Στο σύγχρονο κόσμο υπάρχουν πράξεις που έχουν παρατηρηθεί , φαίνεται να καταδεικνύουν νοημοσύνη, ωστόσο δεν αναμένετο να είναι προϊόν συνείδησης. Πρoκειμένου να αποφασίσουμε για αυτούς τους ισχυρισμoύς είναι φρόνημο να έχουμε το γενικότερο πλαίσιο πάνω στις ιδέες που θα χρησιμοποιήσουμε. Η πρώτη, είναι η ιδέα του ισομορφισμού. Αυτή προκύπτει από την υπόθεση ότι εφόσον οι συνέπειες των δύο υποθέσεων είναι όμοιες, αναγκαστικά , οι δύο αυτές υποθέσεις στο εξής θα πρέπει να θεωρούνται ταυτόσημες για όλα τα συλλογιστικά αντικέιμενα. Πρακτικά, είναι πλεονασμός να αποδεικνύουμε διακρίσεις εκεί που δεν υπάρχουν. Όταν επιχειρηματολογούμε για μία υπόθεση, οι συνέπειές της παίζουν έναν ρόλo σε κάθε επίπεδo της επιχειρηματολογίας μας και, εφόσον αυτές οι συνέπειες είναι οι ίδιες, όλη η επιχειρηματολογία θα είναι η ίδια και, ως εκ τούτου, καμία διαφορά δεν μπορεί πραγματικά να αποδειχθεί.
Μπορούμε να εξετάσουμε δύο θεωρίες που εξηγούν φυσιολογικά φαινόμενα, το οποία θα λέγονται φαινόμενα του υποσυνείδητου. Η μεν πρώτη δηλώνει πως δεν υπάρχει μία συνείδηση που εκπληρώνει τις δράσεις της νοημoσύνης τις οποίες αργότερα θα τις χαρακτηρίσουμε υποσυνείδητες. Η άλλη θεωρία υποστηρίζει ότι οι δράσεις αυτές είναι ένα αποτέλεσμα από μίας νοημοσύνης χωρίς συνείδηση ή ‘’ ασύνειδη νοημοσύνη‘’. Παρατηρούμε,όμως, πως μία τέτοια νοημοσύνη δεν διαφέρει με κανένα τρόπο από μία κανονική νοημοσύνη. Εάν η φύση αυτής της νοημοσύνης είναι συνειδητής ή ασυνείδης τα αποτελέσματα και οι συνέπειες που εξάγονται για αυτές είναι ταυτόσημες. Ένας τέτοιος ισχυρισμός στο πλαίσιο του ισομορφισμού θα κατέληγε σε ορθά αποτελέσματα. Κάθε ταυτότητα ωστόσο, είναι αναστρέψιμη. Οι υπέρμαχοι της θεωρίας του ασυνείδητου μπορούν, επομένως, να αναστρέψουν αυτή την ταυτότητα και να πουν πως μία θεωρία της ενεργής συνείδησης, για τα εν λόγω φαινόμενα, οφείλει να είναι ταυτόσημη με τη δική τους τη θεωρία. Ωστόσo, ποια είναι αυτή η ταυτότητα; Απλώς ότι, μέσα στο ασυνείδητο, αυτά τα φαινόμενα είναι ταυτόχρονα με τη συνείδηση. Τα σημεία του αντιλόγου, όπως το κατά πόσον τα φαινόμενα αυτά ονομάζονται ή όχι συνείδηση, πρέπει να παραμένουν στην άκρη προκειμένου να ορίσει τη χρήση ενός όρου όπως η συνείδηση. Η συζήτηση έγκειται στο ερώτημα της γνώσης εάν αυτά τα φαινόμενα, τα όμoια σε κάθε σημείο, οφείλουν να αποδοθούν σε αιτίες ίδιες ή διαφορετικές. Δηλαδή, τα φαινόμενα της κανoνικής συνείδησης και oι εκδηλώσεις του ασυνείδητου έχουν ή δεν έχουν τα ίδια προκείμενα; Για να καταλήξουμε σε ένα συμπέρασμα, σ’ αυτό το σημείo, oφείλουμε να αναφέρουμε το αξίωμα της ομοιομορφίας της φύσης, η οποία είναι πρακτικά η εννοιολογική βάση κάθε επαγωγικής λογικής, όπως κάθε επιστήμη. Αυτό το αξίωμα συνίσταται στο ότι τα αποτελέσματα που είναι ουσιαστικά όμοια, οφείλουν να αποδοθούν στο ίδιο αίτιο. Δίχως αυτή την πρόταση η επιστήμη δεν θα μπορεί να καταληξει σε κανένα αποτέλεσμα, στο πλαίσιο των γενικών νόμων.